- θερμογόνου, θεωρία
- Άποψη του 18ου αι. σύμφωνα με την οποία στα σώματα υπάρχει μία φυσική οντότητα, το θερμογόνο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ρευστό — Σώμα του οποίου το σχήμα μπορεί να μεταβάλλεται εύκολα, εξαιτίας της μικρής συνοχής και της αμοιβαίας μετακίνησης των μορίων από τα οποία αποτελείται. Περισσότερο από τον όρο ρ. χρησιμοποιούμε συνήθως τον όρο «ρευστή κατάσταση» της ύλης, για να… … Dictionary of Greek
Ράμφορντ, σερ Μπέντζαμιν Τόμπσον, κόμης του- — (Rumford, Νορθ Ουόουμπερν, Μασαχουσέτη 1753 – Παρίσι 1814). Άγγλος φυσικός και στρατιωτικός. Μόλις δεκαεννέα ετών, παντρεύτηκε μια πλούσια χήρα και συνδέθηκε με τους αριστοκρατικούς κύκλους που ήταν εχθρικοί στην κίνηση για την αμερικανική… … Dictionary of Greek